Τρίτη 13 Ιουνίου 2017

Γαστρονομία: Ο «θησαυρός» κρύβεται στη γη μας


Πλούσια και γενναιόδωρη η ελληνική γη προσφέρει αφειδώς τους καλύτερους καρπούς της. Κάθε τόπος έχει την δική του γεύση, την δική του «κατάθεση» στο τραπέζι. Ένας «θησαυρός» που σιγά σιγά βρίσκει την θέση που του αξίζει στον παγκόσμιο γαστρονομικό χάρτη. Οι νοστιμιές της Ελλάδας κατακτούν τις κουζίνες του κόσμου και κερδίζουν τους ουρανίσκους των πιο απαιτητικών της γευσιγνωσίας.
«Ψήφο» εμπιστοσύνης στα ελληνικά προϊόντα για την άριστη ποιότητά τους δίνει κι ο σεφ Αθανάσιος Μπαλασκάκης, ο οποίος όπως υπογραμμίζει στο «Πρακτορείο Magazine» η γαστρονομία και τα ελληνικά προϊόντα είναι «άρρηκτα συνδεδεμένα με τον πολιτισμό και την κουλτούρα μας. Εξάλλου, η χώρα μας από την αρχαιότητα έχει μια μεγάλη παράδοση στην γαστρονομία. Να πούμε ότι το πρώτο βιβλίο με συνταγές μαγειρικής στον κόσμο είναι ελληνικό, έχει γραφτεί το 423 π.Χ. Από αυτό και μόνο μπορούμε να καταλάβουμε πόσο σημαντική θέση κατέχει στον πολιτισμό της χώρας μας».
Αυτήν την ιστορική σχέση γαστρονομίας και ελληνικής κουλτούρας προσπαθούν οι επαγγελματίες του χώρου να μεταδώσουν αλλά και να την καθιερώσουν στο εξωτερικό προωθώντας τα ελληνικά τρόφιμα.
 
 
Πρωταθλητής το ελαιόλαδο
 Οι «πρωταθλητές» πάντως των ελληνικών τροφίμων σύμφωνα με τον κ. Μπαλασκάκη είναι το ελαιόλαδο, ακολουθεί το κρασί, το οποίο συνεχίζει να κατακτά μεγάλες αγορές στο εξωτερικό, τα γαλακτοκομικά προϊόντα, όπως διάφορες ποικιλίες τυριού, κι έπεται το μέλι, τα όσπρια, μαρμελάδες από φρέσκα φρούτα. «Προτεραιότητά μου πάντως πάντοτε είναι να χρησιμοποιώ κατ’ εξοχήν ελληνικά προϊόντα. Έχουμε ένα ‘θησαυρό’, ο οποίος είναι ακόμη ανεκμετάλλευτος αλλά μπορεί να φέρει πολλά οφέλη στον τουρισμό και στην οικονομία μας αν να προωθηθεί με σωστό και συστηματικό τρόπο» καταλήγει ο κ. Μπαλασκάκης.
 
 
Στο στόχαστρο οι γαστροτουρίστες
 Στην ίδια κατεύθυνση κινείται κι ο πρόεδρος της Λέσχης Αρχιμαγείρων Πελοποννήσου και Δυτικής Ελλάδας και πρόεδρος διοικούσας Επιτροπής Ινστιτούτου Ελληνικής Γαστρονομίας, Θωμάς Λαζανάς, ο οποίος όπως επισημαίνει ότι «η Ελλάδα είναι ένας από τους τοπ τουριστικούς προορισμούς. Θα έλεγα μάλιστα ότι το μαγαζί είναι γωνία. Έχει μια κουλτούρα και μια ιστορία εδώ και χιλιάδες χρόνια. Η γαστρονομία είναι ένας άυλος πολιτισμός και θα πρέπει να γίνει μια μεθοδευμένη κίνηση, μια συνέργεια, να ενωθούν όλοι οι παράγοντες τουρισμού, αγροτικής ανάπτυξης, γαστρονόμοι και να φτιάξουν ένα μοντέλο ώστε οι επισκέπτες στην χώρα να βρίσκουν έναν τουριστικό οδηγό με ποικίλες πληροφορίες της κάθε περιοχής της Ελλάδας, καθώς βασικό στοιχείο είναι οι τοπικές γεύσεις, τα τοπικά στοιχεία».
Ο κ. Λαζανάς αναφέρει χαρακτηριστικά ότι στους στόχους της Λέσχης Αρχιμαγείρων Πελοποννήσου και Δυτικής Ελλάδας είναι η γαστρονομική και τουριστική ανάπτυξης «αναδεικνύοντας πέντε ως δέκα τοπικές γεύσεις δίνοντας όμως ένα στοιχείο πιο μοντέρνο.
Για παράδειγμα, το ελληνικό ελαιόλαδο είναι κυρίαρχο προϊόν, εξαιρετικής ποιότητας και πλούσιο σε οργανοληπτικά στοιχεία. Βέβαια στα κορυφαία προϊόντα είναι εκτός από τα εσπεριδοειδή είναι και οι φράουλες, η σταφίδα, η οποία είναι υπερτροφή, το μέλι. Η Ελλάδα έχει στην ‘καρδιά’ της μεγάλες ξενοδοχειακές μονάδες μέσω των οποίων μπορούν να προωθούνται τα τοπικά προϊόντα. Στο πλαίσιο αυτής της προσπάθειας πρέπει κι όσοι επαγγελματίες ανήκουμε στον χώρο να οπλιστούμε, να δημιουργήσουμε δράσεις. Αφού είμαστε κι εμείς ‘γρανάζι’, ένα κομμάτι του τουριστικού μηχανισμού πρέπει να προσφέρουμε. Εγώ αισθάνομαι υπερήφανος σε κάθε προσπάθεια που κάνω στο ξενοδοχείο όπου εργάζομαι παρουσιάζοντας την ελληνική κουζίνα ζωντανά στους τουρίστες μπροστά στην θάλασσα ή στην πισίνα, δείχνοντας πώς μπορεί κάποιος να μαγειρέψει ένα απλό φαγητό, μυώντας τους να δοκιμάσουν. Διότι αυτός ο άνθρωπος που έρχεται στην χώρα μας θέλει να ρουφήξει σαν σφουγγάρι την Ελλάδα, τον πολιτισμό της, την κουλτούρα της, το χαμόγελό της, τις γεύσεις της».
Στα σχέδια του κ. Λαζανά είναι να γίνει καταγραφή της ελληνικής γαστρονομίας, η οποία θα διατεθεί στον ΕΟΤ. «Είναι στόχος ζωής για μένα να υπάρχει ένα site όπου η ελληνική γαστρονομία θα είναι χωρισμένη ανά περιοχές, ανά περιφέρειες. Εξάλλου, ο γαστροτουρισμός κάθε μέρα μεγαλώνει, ιδιαίτερα την επόμενη πενταετία θα σημειωθεί μεγάλη ανάπτυξη. Θα πρέπει να οργανώνονται φεστιβάλ, τα οποία είναι ένα ‘όπλο’, καθώς μπορείς σε έναν χώρο 1000 τμ. να φέρεις την Ελλάδα στο πιάτο των επισκεπτών. Δεν πρέπει να χαρακτηριστεί η Ελλάδα ως χώρα του μουσακά και της πίτας. Βέβαια, υπάρχουν και πολλά μοναστήρια τα οποία έχουν μια ιδιαίτερη γαστρονομία και θα μπορούν να ανοίξουν τις πύλες τους κι εκτός από το θρησκευτικό στοιχείο οι επισκέπτες να μπορούν να πειραματιστούν στην μοναστηριακή κουζίνα, ενώ και ξενοδοχειακές μονάδες να εντάξουν και να διαθέτουν την πυθαγόρεια διατροφή με στόχευση τους vegan τουρίστες, οι οποίοι είναι αρκετά εκατομμύρια».
 
 
Ήρθε η ώρα για συνέργειες και μάρκετιγνκ
 Τυποποίηση και μάρκετινγκ, είναι τα «κλειδιά» για την επιτυχία στις αγορές του εξωτερικού υποστηρίζουν οι ελαιοπαραγωγοί. «Μπορεί να έχουμε ένα άριστο προϊόν ωστόσο χρειάζεται κι η σωστή προώθηση και το branding» υποστηρίζουν.
Όπως είναι αναμενόμενο η τοπική οικονομία είναι άρρηκτα συνδεδεμένη – και εξαρτώμενη σε ορισμένες περιπτώσεις- με την παραγωγή ελαιολάδου. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει στο «ΠΡΑΚΤΟΡΕΙΟ», ο ελαιοπαραγωγός Κωνσταντίνος Αυγερινός «εμείς είμαστε από την Πελοπόννησο από την Ηλεία, Μεσσηνία. Είναι κατεξοχήν παραγωγικές περιοχές. Για κάθε οικογένεια το 60% του εισοδήματός της προέρχεται από τις ελιές, από το ελαιόλαδο. Άρα είναι άμεσα συνδεδεμένη η ελαιοπαραγωγή με την οικονομία της τοπικής κοινωνίας. Κι όταν δεν έχει παραγωγή όπως δεν είχαμε πέρυσι λόγω κάποιας ασθένειας στο δέντρο, η οικονομία είχε αρνητικό πρόσημο. Δεν κινιόταν τίποτε. Μην ξεχνάμε βέβαια ότι η ελιά είναι καθαρά ελληνικό προϊόν. Εμείς έχουμε τα καλύτερα λάδια, τις καλύτερες επιτραπέζιες ελιές. Είναι ένα προϊόν που μας αντιπροσωπεύει».
Όσον για την εξωστρέφεια του προϊόντος στο εξωτερικό ο κ. Αυγερινός τονίζει ότι «τα προϊόντα μας τον τελευταίο καιρό αρχίζουν να κερδίζουν έδαφος, διότι είμαστε ακόμη πίσω κυρίως στο θέμα του μάρκετινγκ. Αυτό συμβαίνει λόγω του ότι έχει επικρατήσει το χύμα ελαιόλαδο, αφού ο κάθε παραγωγός, η κάθε μικρή επιχείρηση πουλάει το ελαιόλαδό του χύμα, στους τενεκέδες. Όταν λοιπόν γίνεται κάτι τέτοιο και δεν το τυποποιεί δεν μπορεί να δώσει υπεραξία στο προϊόν του κι άρα είναι και χαμηλές οι τιμές του ελαιολάδου και δεν μπορούμε να βγούμε έτσι στην διεθνή αγορά. Να πω όμως ότι πιστεύω ότι σιγά σιγά η νέα γενιά ελαιοπαραγωγών έχει καταλάβει ότι πρέπει το ελαιόλαδο να μπει μέσα σε μπουκάλι, να γίνεται τυποποίηση. Βέβαια περιμένουμε μια βοήθεια και από το κράτος σε αυτήν την κατεύθυνση, να συμμετέχουμε σε εκθέσεις. Οι Ιταλοί για παράδειγμα συμμετέχουν σε κάθε έκθεση, φεστιβάλ που γίνεται σε όλη την Ευρώπη ή τον κόσμο υπό την σκέπη του κράτους. Οι Ιταλοί είναι πολύ καλοί στο μάρκετινγκ κι έχουν καλές ετικέτες, καλές συσκευασίες, δυνατά brand name. Η ποιότητα όμως της ελληνικής ελιάς είναι άριστη, καθώς κάθε χρόνο οι Ιταλοί προπληρώνουν κι έρχονται κι αγοράζουν όλην την ελληνική παραγωγή γιατί είναι έξτρα παρθένα κι έτσι τα αγοράζουν για να φτιάξουν και τα δικά τους».
«Δεν πρόκειται μόνο για ένα προϊόν είναι ένα ‘εργαλείο’ που αν αξιοποιηθεί και προωθηθεί σωστά μπορεί να συμβάλλει στην τουριστική ανάπτυξη» δηλώνει ο κ. Αυγερινός.
 «Μπορούν να φτιαχτούν επισκέψιμα αγροκτήματα, για αγροτουρισμό, να έρχονται οι ξένοι να μαθαίνουν να μαζεύουν τις ελιές, να μάθουν την μεσογειακή διατροφή, να μάθουν περισσότερα πράγματα για το προϊόν μας. Το ζήτημα είναι ότι το αδύναμο σημείο μας είναι οι μη συνεργασίες και συμπράξεις. Δεν μπορούμε να συνεννοηθούμε μεταξύ μας, να κάνουμε συνεταιρισμούς ώστε να προχωρήσουμε δυνατά στην Ευρώπη. Ο καθένας μόνος του δεν έχει την δύναμη. Το μόνο που μπορεί να μας σώσει είναι να γίνουν μικροί συνεταιρισμοί παραγωγών για να μπορούμε να γίνουμε πιο ανταγωνιστικοί».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου